Fest
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de) [επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | Fest | Feste |
γενική | Fest(e)s | Feste |
δοτική | Fest(e) | Festen |
αιτιατική | Fest | Feste |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Fest (de) ουδέτερο