Flakwagen

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Flakwagen < Flak +Wagen

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Flakwagen (de) αρσενικό

  1. βαγόνι τραίνου που φέρει αντιαεροπορικό οπλισμό
  2. αντιαεροπορικό όχημα