Hochmut
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Hochmut (de) αρσενικό, μόνο στον ενικό
Hochmut (de) αρσενικό, μόνο στον ενικό