Hochmut
Εμφάνιση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Hochmut (de) αρσενικό, μόνο στον ενικό
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Hochmut < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Hochmut αρσενικό ή θηλυκό