Kaffee
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Kaffee (de) αρσενικό
- ο καφές
- ↪ der Kaffee schmeckt gut - ο καφές είναι καλός / έχει καλή γεύση
Kaffee (de) αρσενικό