Kunstwerk
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈkʊnstˌvɛʁk/
- ⓘ
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Kunstwerk (de) ουδέτερο
- (τέχνη) το έργο τέχνης
Kunstwerk (de) ουδέτερο