LNG
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- LNG < Liquefied Natural Gas
Συντομομορφή
[επεξεργασία]LNG (en) αρκτικόλεξο
- συντομογραφία του liquefied natural gas (υγροποιημένο φυσικό αέριο, ΥΦΑ)