Leninismus
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /leniˈnɪsmʊs/
- ⓘ
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Le‐ni‐nis‐mus
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Leninismus (de) αρσενικό, μόνο στον ενικό
- (πολιτική) o λενινισμός
Πηγές
[επεξεργασία]- Leninismus - Duden online.