Leser
Εμφάνιση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Leser (de) αρσενικό (θηλυκό Leserin)
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Leser αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
[επεξεργασία]
Σουηδικά (sv)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Leser < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Leser αρσενικό ή θηλυκό