Möglichkeit
Εμφάνιση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Möglichkeit (de) θηλυκό
- η δυνατότητα
- die Möglichkeiten sind ziemlich begrenzt - οι δυνατότητες είναι αρκετά περιορισμένες
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη möglich