MA
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- MA < Master of Arts
Συντομομορφή[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
MA | MAs |
- (εκπαίδευση) συντομογραφία του Master of Arts