Martiniquaise
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
Martiniquaise | Martiniquaises |
Martiniquaise (fr) θηλυκό
- (εθνικά ονόματα) κάτοικος της Μαρτινίκα