OP
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά
(en)
[
επεξεργασία
]
Ετυμολογία
[
επεξεργασία
]
OP
<
O
riginal
P
oster
OP
<
O
riginal
P
ost
Συντομομορφή
[
επεξεργασία
]
ενικός
πληθυντικός
OP
OPs
OP
(en)
ακρωνύμιο
(
διαδίκτυο
)
συντομογραφία του
original poster
: αυτός που ξεκινάει (θέτει) πρώτος ένα θέμα για συζήτηση
(
διαδίκτυο
)
συντομογραφία του
original post
: το θέμα μιας συζήτησης, η πρώτη ανάρτηση σε συζήτηση
Κατηγορίες
:
Αγγλική γλώσσα
Συντομομορφές (αγγλικά)
Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
Ακρωνύμια (αγγλικά)
Διαδίκτυο (αγγλικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Άλλες γλώσσες
Čeština
Deutsch
English
Esperanto
Eesti
فارسی
Français
Latina
Nederlands
Polski
Português
Svenska
Türkçe
中文