P2P
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Συντομομορφή[επεξεργασία]
P2P (en) αρκτικόλεξο
- (δίκτυο υπολογιστών) peer-to-peer σχέση επικοινωνίας
Άλλες γραφές[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
P2P στην αγγλική Βικιπαίδεια