PVD
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- PVD < Physical Vapor Deposition
Συντομομορφή[επεξεργασία]
PVD (en) αρκτικόλεξο
- τεχνική ιριδίζουσας επικάλυψης (πχ αερίου μετάλλου σε κενό)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- PVD στην αγγλική Βικιπαίδεια