Pfund
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Pfund < με αρχή από την (κληρονομημένο) πρωτογερμανική *pundą < λατινική pondō (με βάρος) ή pondus (βάρος)
- ΑΠΟΓΟΝΟΙ: για τη μονάδα μέτρησης: ↷ νέα ελληνικά: φούντι, φούντιον
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Pfund (de) θηλυκό
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από την πρωτογερμανική (γερμανικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτογερμανική (γερμανικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (γερμανικά)
- Λέξεις με ετυμολογικούς απογόνους (γερμανικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (γερμανικά)
- Γερμανική γλώσσα
- Ουσιαστικά (γερμανικά)
- Αντίστροφο λεξικό (γερμανικά)
- Μονάδες μέτρησης (γερμανικά)
- Νομίσματα (γερμανικά)