SYN
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- SYN < SYNchronization
Συντομομορφή
[επεξεργασία]SYN (en)
- (δίκτυο υπολογιστών) συντομογραφία του synchronization[1][2]
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- SYN στην αγγλική Βικιπαίδεια
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ από αναζήτηση «synchronization» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.
- ↑ (αγγλικά) Three-Way Handshake. Προσπέλαση 2020-05-09