Schwestern
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
Schwestern (de) θηλυκό
- ονομαστική, γενική, δοτική και αιτιατική πληθυντικού του Schwester