Spinat
Εμφάνιση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
ονομαστική | der | Spinat | die | Spinate |
γενική | des | Spinats Spinates |
der | Spinate |
δοτική | dem | Spinat Spinate |
den | Spinaten |
αιτιατική | den | Spinat | die | Spinate |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Spinat < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Spinat (de) αρσενικό
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Spinat αρσενικό ή θηλυκό