Μετάβαση στο περιεχόμενο

Sten

Από Βικιλεξικό

Γαλλικά (fr)

[επεξεργασία]

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Sten (fr)



Σουηδικά (sv)

[επεξεργασία]

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Sten (sv)



Φινλανδικά (fi)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Sten < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Sten

  • Finnish Digital and Population Information Agency, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, ενημέρωση δημοτολογίου μέχρι τις 31/7/2023 , φύλλο Miehet kaikki



Σουηδικά (sv)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Sten < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Sten αρσενικό ή θηλυκό

  • Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden



Δανικά (da)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Sten < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Sten θηλυκό

  1. γυναικείο όνομα
  2. ανδρικό όνομα
  3. επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο)
  • Den samlede liste over for- og efternavne i Region Nordjylland (Ο πλήρης κατάλογος των ονομάτων και των επωνύμων στην περιοχή Βόρεια Γιούτλαντ), nordjyske.dk, ανακτήθηκε στις 13/9/2023



Γερμανικά (de)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Sten < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Sten αρσενικό ή θηλυκό

  • TNG-Adler, Liste der Nachnamen, ανακτήθηκε στις 29/9/2023



Νορβηγικά (no)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Sten < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Sten αρσενικό

  • Statistisk sentralbyrå / Statistics Norway, 10467: Born persons, by first name, contents and year, (first name used by 200 persons or more at the end of the year) ανακτήθηκε 6/9/2023