Steno

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Steno < υποκοριστικό του Stefano

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Steno (it) αρσενικό, θηλυκό : Stena

 συνώνυμα: Stefano, Stefanino, Stefanio, Stenio



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Steno < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Steno αρσενικό ή θηλυκό

  • Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [1]