Uni
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Uni (de) θηλυκό
- συντόμευση του Universität (πανεπιστήμιο)
- wir gehen in die Uni - πάμε στο πανεπιστήμιο
Φινλανδικά (fi)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Uni < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Uni αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές[επεξεργασία]
- Finnish Digital and Population Information Agency, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, ενημέρωση δημοτολογίου μέχρι τις 31/7/2023 [1], φύλλο Miehet kaikki
Δανικά (da)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Uni < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Uni
Πηγές[επεξεργασία]
- Den samlede liste over for- og efternavne i Region Nordjylland (Ο πλήρης κατάλογος των ονομάτων και των επωνύμων στην περιοχή Βόρεια Γιούτλαντ), nordjyske.dk, ανακτήθηκε στις 13/9/2023 [2]
Ισλανδικά (is)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Uni < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Uni αρσενικό
Κατηγορίες:
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (γερμανικά)
- Γερμανική γλώσσα
- Ουσιαστικά (γερμανικά)
- Αντίστροφο λεξικό (γερμανικά)
- Κύρια ονόματα (φινλανδικά)
- Ανδρικά ονόματα (φινλανδικά)
- Γυναικεία ονόματα (φινλανδικά)
- Κύρια ονόματα (δανικά)
- Γυναικεία ονόματα (δανικά)
- Ανδρικά ονόματα (δανικά)
- Κύρια ονόματα (ισλανδικά)
- Ανδρικά ονόματα (ισλανδικά)