Verletzte
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Verletzte (de) αρσενικό ή θηλυκό
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη verletzen
Verletzte (de) αρσενικό ή θηλυκό