Weinberg
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Weinberg (de) αρσενικό
- το αμπέλι
[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη Wein