aérotherme
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
aérotherme | aérothermes |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
aérotherme (fr) αρσενικό
- το αερόθερμο
ενικός | πληθυντικός |
aérotherme | aérothermes |
aérotherme (fr) αρσενικό