aŭtoktona
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- aŭtoktona < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | aŭtoktona | aŭtoktonaj |
αιτιατική | aŭtoktonan | aŭtoktonajn |
aŭtoktona (eo)