a fortiori

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Λατινικά (la)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

a fortiori < λείπει η ετυμολογία

Επίρρημα[επεξεργασία]

a fortiori (la)

  • όταν προκύπτει ισχυρότερο δεδομένο απ' το προηγούμενο, για μεταγενέστερο ισχυρότερο τεκμήριο