abiogenezo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- abiogenezo < abiogenez- + -o
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | abiogenezo | abiogenezoj |
αιτιατική | abiogenezon | abiogenezojn |
abiogenezo (eo)