aboutissement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /a.bu.tis.mɑ̃/
- ⓘ
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
aboutissement (fr) αρσενικό
- η κατάληξη, το επιστέγασμα