absorbable
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ap.sɔʁ.babl/
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
absorbable | absorbables |
absorbable (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- που μπορεί να απορροφηθεί
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη absorber