abuelo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ισπανικά (es)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
abuelo | abuelos |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
abuelo (es) αρσενικό
- ο παππούς
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
abuelo | abuelos |
abuelo (es) αρσενικό