acalculia
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
/ˌeɪkalˈkjuːlɪə/
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- acalculia < a- (στερητικό) + λατινικό: calculare (υπολογίζω) + -ia (κατάληξη που χρησιμοποιείται σε παθολογικές καταστάσεις)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
acalculia (en)
- (ιατρική) ο αναριθμητισμός, παθολογική έλλειψη μαθηματικών δεξιοτήτων
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- συχνά συγχέεται με την αναριθμησία