acclimatation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /a.kli.ma.ta.sjɔ̃/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
acclimatation | acclimatations |
acclimatation (fr) θηλυκό