acetono
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | acetono | acetonoj |
αιτιατική | acetonon | acetonojn |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
acetono (eo)
- η ακετόνη
Ίντο (io)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
acetono | acetoni |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
acetono (io)
- η ακετόνη