achondroplasie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
achondroplasie | achondroplasies |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
achondroplasie (fr) θηλυκό
- (ιατρική) η αχονδροπλασία