acquisitivement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- acquisitivement < acquisitive + -ment
Επίρρημα[επεξεργασία]
acquisitivement (fr)
- με σκοπό την απόκτηση
acquisitivement (fr)