activisme
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ak.ti.vism/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
activisme | activismes |
activisme (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
activisme | activismes |
activisme (fr) αρσενικό