administré

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό administré administrés
θηλυκό administrée administrées

administré (fr) αρσενικό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μετοχή[επεξεργασία]

administré (fr) αρσενικό (θηλυκό administrée)

Παράγωγα[επεξεργασία]