Μετάβαση στο περιεχόμενο

adonde

Από Βικιλεξικό

Επίρρημα

[επεξεργασία]

adonde (es)

  • πού; (εκφράζει κάποια κίνηση - διαφορετικά χρησιμοποιούμε τη λέξη donde)