adresaparato
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | adresaparato | adresaparatoj |
αιτιατική | adresaparaton | adresaparatojn |
adresaparato (eo)
- συσκευή που γράφει αυτόματα τις διευθύνσεις των συνδρομητών ενός περιοδικού, εφημερίδας, κ.λπ.