advantaged

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

  • προνομιούχος, γι' αυτόν που βρίσκεται σε πλεονεκτικότερη οικονομική ή κοινωνική θέση