Μετάβαση στο περιεχόμενο

advisable

Από Βικιλεξικό
παραθετικά
θετικός advisable
συγκριτικός more advisable
υπερθετικός most advisable

Επίθετο

[επεξεργασία]

advisable (en)

  • συμφέρω, που είναι προς το συμφέρον κάποιου
      What is more advisable, renting or buying an apartment?
    Τι συμφέρει περισσότερο, το νοίκιασμα ή η αγορά διαμερίσματος;