affidé
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
affidé | affidés |
affidé (fr) αρσενικό
- το τσιράκι
Επίθετο[επεξεργασία]
affidé (fr)
ενικός | πληθυντικός |
affidé | affidés |
affidé (fr) αρσενικό
affidé (fr)