afspraak

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ολλανδικά (nl)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

afspraak (nl)

een afspraak maken - παίρνω ραντεβού