agencement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
agencement | agencements |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
agencement (fr) αρσενικό
- η διαρρύθμιση, η διευθέτηση
ενικός | πληθυντικός |
agencement | agencements |
agencement (fr) αρσενικό