agendo
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- agendo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | agendo | agendoj |
αιτιατική | agendon | agendojn |
agendo (eo)
- η ατζέντα
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος γερουνδιακού
[επεξεργασία]agendo
Γερούνδιο
[επεξεργασία]agendo (la)
- δοτική και αφαιρετική γερούνδιου του ago