agitação
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
agitação (pt) < agitatio, onis
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
agitação (pt) θηλυκό
agitação (pt) < agitatio, onis
agitação (pt) θηλυκό