agrable
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Επίρρημα
[επεξεργασία]agrable (eo)
- ευχάριστα
- estas agrable vidi lin - είναι ευχάριστο να τον βλέπει κανείς
agrable (eo)