aim at
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
aim at (en) (περιφραστικό ρήμα)
- στοχεύω, αποβλέπω, αποσκοπώ, έχω στο στόχαστρο, με ενδιαφέρει να απευθυνθώ σε ένα target group και να το συγκινήσω