Μετάβαση στο περιεχόμενο

air stewardess

Από Βικιλεξικό

Αγγλικά (en)

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
air stewardess air stewardesses

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
air stewardess <  δείτε τις λέξεις air και stewardess

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

air stewardess (en) θηλυκό (αρσενικό air steward)

Συνώνυμα

[επεξεργασία]