akvotubo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | akvotubo | akvotuboj |
αιτιατική | akvotubon | akvotubojn |
akvotubo (eo)
- ο υδροσωλήνας, ο σωλήνας που επιτρέπει τη μεταφορά του νερού